|
ο бран. скотина #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово скотина? — κτηνάνθρωπος как с (ново)греческого переводится слово κτηνάνθρωπος? — скотина — διαμέλιση — αβλαστολόγητος — χλωρυδρικός — κρεατοελιά — γλωσσοδέρνομαι — βορά — ακορόϊδευτος — υδροχλωρικός — πολυκάνδηλο — ναυτολόγος — φωνασκία — ξινόγαλο — εξομαλυντικός — αγωγνάτικα — γαλλομανής — καμωμένος — βεγγέρα — μεταβολικός — οκτάπους — εναντιοπαθής — πονήρευμα |
|||