Новогреческий словарь
τρίπρακτος
τρίπρακτ|ος
в трёх действиях
;
~χτη κωμωδία — комедия в трёх действиях
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
в трёх действиях
? —
τρίπρακτος
как с
(ново)греческого
переводится слово
τρίπρακτος
? — в трёх действиях
#
(ново)греческий словарь
—
λαντώ
—
ακροβολιστικός
—
αλάτινος
—
πολυτεχνιούπολη
—
αξεδιάλεχτος
—
καλοζωισμένος
—
χαρούμενος
—
τεκταίνομαι
—
παρασκευή
—
ελαιοδεκάτη
—
αρωματικότητα
—
δεξιότητα
—
ασυμβούλευτος
—
ανιδιοτελές
—
ιάνθινος
—
αδιαλάλητος
—
συγκαταρίθμηση
—
καραμπινάτος
—
ηρέμηση
—
συνουσιάζομαι
—
ακόπριστος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω