περίαπτο

формы словаβ
περίαπτο



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово περίαπτο? —


ανυπότακτοκαθήλωσησπαθώδηςοθενδήποτεάγλωσσοςσουπάρωφιαλωτόςαυτενεργώλαμπαδοστάτηςφαρμακογνωσίαασπλάγχνοςχοντροκάμωτοςζωοβένθοςτελωνοσταθμάρχηςψυχομαντείατιμωρόςακροθαλασσιάμαμελετζήςαρκουδιάρηςμαθέςρεφερέντουμ




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit