|
το торпедоносец (самолёт) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово торпедоносец? — τορπιλλοπλάνο как с (ново)греческого переводится слово τορπιλλοπλάνο? — торпедоносец — αλαφραίνω — φρεσκοβαμμένος — άθεη — βέβαιον — επίτομος — μνημείο — αλιμάριστος — γεωδαίτης — υδροσκοπικά — ματσόλα — κυπαρίσσι — αιμοστάτης — ανεφοδιασμός — κρανοφόρος — χεροβολιάζω — επίπλευσις — καθολικότητα — αναχεντρώνομαι — εξακοσιοστο — εκλιπάρηση — υλοποιούμαι |
|||