|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ομιλητικά? — — αγαμιαίο — οδόντωμο — πεντάτομος — σπείρω — ουρανοθέμελος — ζυθόχορτο — άδραγμα — αξάπλωτος — επωνυμία — απαραβίαστο — γελόκλαμα — παχύδερμος — άτριφτος — ταγίζω — κοχιάζω — αιθρία — ξεθάβω — αρώτηγος — ατενίζω — τετραμηνιαίος — χρυσόκαρδος |
|||