Новогреческий словарь
εκατοντάβαθμος
εκατοντάβαθμ|ος
разделённый на сто градусов
;
~ον θερμόμετρον — термометр Цельсия
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
разделённый на сто градусов
? —
εκατοντάβαθμος
как с
(ново)греческого
переводится слово
εκατοντάβαθμος
? — разделённый на сто градусов
#
(ново)греческий словарь
—
βδελυρότητα
—
λαχανοσαρμάς
—
γαϊδουρήσιος
—
πανοραματικός
—
καύχηση
—
παρηγόρια
—
παγόπληκτος
—
Εδέμ
—
χερικό
—
δημοσιοποιούμαι
—
κατακράτηση
—
κούφος
—
εκδοχή
—
κοτόσουπα
—
ατομικισμός
—
ζητητής
—
συγκαιριανός
—
βιος
—
πρωτύτερος
—
ζητιάνος
—
φεμινίστρια
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,