|
быть застигнутым врасплох #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово быть застигнутым врасплох? — αιφνιδιάζομαι как с (ново)греческого переводится слово αιφνιδιάζομαι? — быть застигнутым врасплох — απόγι — μοιραρχίς — ξανά — φόρμα — πτώχεια — ευτυχία — συμφώνως — καπάτσος — χορδή — μιλάνος — πρωτοχρονιάτικος — σάβουρος — αισχύνομαι — τερεβινθέλαιο — ατζαμίδικα — αγρίευμα — βύσμα — χιλιαρχία — θεληματικά — δεκαεπτάκις — μετρώ |
|||