ατρόμαχτ|ος

формы словаβ
ατρόμαχτ|ος
бесстрашный



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово бесстрашный? — ατρόμαχτος
как с (ново)греческого переводится слово ατρόμαχτος? — бесстрашный


παγγερμανισμόςδιαβατάρικοςσιαλώλαιμουδιάκουράζομαιθυροτηλέφωνοδερματοστιξίαπυροηλεκτρισμόςθαλασσογενήςευτραφήςεπαργυρτικόςαπρόσκοφτοςεξωφρενισμόςσταφίδιασμαρηματάκιδερμίτιςσύγκρατοςγκεστίζωστημονίζωυποδεκανέαςμορφοδυναμική




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit