|
η : καμμιά πεντακοσαριά — около пятисот #(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово πεντακοσαριά? — — μοβόρος — λουκούμι — ηπειρωτικός — βοήθειο — ξυλοφόρτωμα — ζύγωθρον — αυτοβιογραφία — σφάλμα — λωποδυτικός — απολυτήριος — βιώσιμος — χρειάζομαι — φαινικό — ποδοβολητό — παραόξω — φαρμακευτική — λαϊκάντζα — κόλπος — φαγοκύτωση — διδακτορικός — κοσμοϊστορικός |
|||