Новогреческий словарь
κητώδη
κητώδη
τα зоол.
китовые
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
китовые
? —
κητώδη
как с
(ново)греческого
переводится слово
κητώδη
? — китовые
#
(ново)греческий словарь
—
απαρχαιωνούμαι
—
ενδοκαρδίτις
—
αναφυλλητό
—
ακαπάκωτος
—
παντοπώλης
—
αλλόφυλος
—
οκτακοσιοστός
—
αδιάσειστος
—
αβδελλιάζω
—
άνοστα
—
γαλακτισμός
—
ψιλολογία
—
ακλόνηστος
—
μουνουχίζω
—
αυλακωτήρας
—
γοφί
—
αντίτυπος
—
μπιρμπιλωτός
—
ευδιάζω
—
πρωτόλουβος
—
ανέγνων
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве