καλλυντικός

формы словаβ
καλλυντικός
косметический



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово косметический? — καλλυντικός
как с (ново)греческого переводится слово καλλυντικός? — косметический


ρεμπέτικοςδεξιήνεμοςολιγοτεκνίαμαργαρίνηαρκουδάνθρωποςελληνόφοβοςυποδύτηςαμφιδεξιότηταμακαρίτικοςμαθηματικήμεταμορφώνωλαβώνωφρονηματισμόςεσπερίδαξαγρύπνισμαπτύελοσοκολατένιοςκαρκινολογίαβολβόςσυνόρισμαγενεσιουργός




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit