|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово προσχωματικός? — — Ινδός — πορνό — σκέρτσο — ασυμπτωτικός — μέθυσος — πολυκέλαδος — τυφλίτης — εξολισθαίνω — κεραυνόπληκτος — μερομήνια — μικροκέφαλος — ερωμένος — αγωνιστικότητα — κεντηματιά — ψυχιατρείο — ξεκουτιαίνομαι — ωκύπτερος — κλεφτουριά — ακριβοπουλώ — άρραφτος — αμαστόρευτος |
|||