Новогреческий словарь
κολπεγχύτης
κολπεγχύτης
ο мед.
спринцовка
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
спринцовка
? —
κολπεγχύτης
как с
(ново)греческого
переводится слово
κολπεγχύτης
? — спринцовка
#
(ново)греческий словарь
—
υδρογονάνθραξ
—
συστολέας
—
δικαιοπραγώ
—
μιάς
—
κορνεττίστας
—
μαινάδα
—
διαρπάζω
—
εκατονταρχία
—
χρυσόκολλα
—
επιθυμητικός
—
πετσετάκι
—
δίπλα
—
βαράκι
—
νοσογόνος
—
περόνιασμα
—
φυματιολογία
—
καταφεύγω
—
μονοθεσίτης
—
γλωσσομιξία
—
αρχηγίνα
—
κονδολομάχαιρο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве