|
ο хлебородный край #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово хлебородный край? — σιταρότοπος как с (ново)греческого переводится слово σιταρότοπος? — хлебородный край — απουσιάζω — στέρνο — φωτογόνος — πηγαίνω — σεγγούνι — διάσμα — λησμονάω — δοβλέτι — κερασέων — προϊστορικός — αρεοπαγίτης — αποκαή — γλαυκώδης — φουρνόξυλο — τεχνούργημα — διάστολας — αιστάνομαι — καρκινογόνος — παιδαρέλι — αυτοματική — έωλος |
|||