|
η овёс #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово овёс? — βρόμι как с (ново)греческого переводится слово βρόμι? — овёс — ασχημάδα — ανεπισχημοσύνη — ακαθόριστα — σκοτεινιά — εκπαιδευτής — ταχύπνοια — χοίρειος — λάκκα — χειρόχτι — τουρκολογία — κρήνη — γινωμένος — μεσοφωνηεντικός — αφανιστής — ξαναφούντωμα — μακαρονοποιία — επτάχρωμος — ανασκέλίασμα — γναφέας — γαλακτοειδής — συμπτύσσω |
|||