|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово κώλωμα? — — ακαταλαβίστικος — οπλίτης — νόθευση — βρικέττα — ξανθοτρίχα — σκλαβιά — ξεσβέρκιασμα — βραχυβιότητα — δωδέκατο — χοντρολαίμης — φηκάρι — φραστικό — μηλοπόλεμος — έποικος — ευεκτώ — αξιωματικός — αναφούφουλος — Κρασομηνάς — θλίψη — αντασφαλιστής — τριγωνισμός |
|||