Новогреческий словарь
μεταχρωματίζω
μεταχρωματίζω
перекрашивать
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
перекрашивать
? —
μεταχρωματίζω
как с
(ново)греческого
переводится слово
μεταχρωματίζω
? — перекрашивать
#
(ново)греческий словарь
—
τανύω
—
κοινολογημένος
—
οθωμανικός
—
απάνθισμα
—
ανατρίχιασμα
—
ωτακουστής
—
θόρυβος
—
σχετικότητα
—
κήτειος
—
τρυφηλότητα
—
ανάπαψη
—
απογεννώ
—
λάφι
—
περιτόναιο
—
τυροκομικός
—
αγαύη
—
πλουτίζομαι
—
φαυλος
—
ερεβίνθειος
—
ημέρευμα
—
ανδραγαθία
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,