|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово πονάω? — — πηλοσωλήν — κατα- — ιππικός — γιδομάντρι — αναφτερώνω — ανοητεύω — δεκατιαίος — μεσημέρι — ανθρωπολόγος — άπαξ — φωτόλουστος — σαλάμι — τετράδιπλος — καψοκαλύβας — παχαίνω — αεροδικείο — ευαισθητοποιός — καλλιεργήτρια — ανωμαλία — μοσχάρι — μπαξές |
|||