|
ο журчание (текущей воды) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово журчание? — κελαρυσμός как с (ново)греческого переводится слово κελαρυσμός? — журчание — πρόξενος — χωριατοπούλα — διγνωμία — σιδηρουργικός — ισώ — μωρουδίσματα — ψίθυρος — χειροτεχνείο — ανακατάκτηση — βοήθειο — ακαμάτης — γλυκύλαλος — βασιλοπούλι — ομολογιούχος — φαγώσιμα — ξομολόγος — Αναξίμανδρος — χαβαρώνι — σκαφευτικός — στελιάρι — εξηντάρισσα |
|||