Новогреческий словарь
ανήγαγον
ανήγαγον
αόρ. от ανάγω
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
ανήγαγον
? —
#
(ново)греческий словарь
—
αγωγιάτης
—
σκαντάλι
—
Αυστριακή
—
κωλιά
—
σοφιστεία
—
γρίβος
—
υπέστην
—
εικοσάδραχμο
—
μακροσκοινίζω
—
ανεμοδούρα
—
τσαούσης
—
τάλας
—
γιαραμπής
—
καβουράκι
—
λακέρδα
—
θετικίστρια
—
δυσάλωτος
—
λαμπυρίζω
—
χειριστής
—
ξενοπλύνω
—
ωδείο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве