|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ριζοσπαστικοποιούμαι? — — μακάσφαλτος — αλλοτριογομία — μετανοητής — εγχωριάζω — ψωριάρικος — τσακίδια — θένορ — πουκαμίσα — γρέντζος — μαγευτής — ρίνη — φλάγω — νερολούλουδο — ασπρωχτος — ξυλογνωσία — συμπαράσταση — γαργάλεμα — ευχώνευτος — στοματάρα — γουρλής — Βουλγαρία |
|||