Новогреческий словарь
τολμητής
τολμητ|ής
ο
смельчак
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
смельчак
? —
τολμητής
как с
(ново)греческого
переводится слово
τολμητής
? — смельчак
#
(ново)греческий словарь
—
μονοπωλιστής
—
κτενοποιός
—
απολογιστικός
—
ξιφιός
—
προβιβασμός
—
αμπαλλάρω
—
πασπάλι
—
σήραγγα
—
καλοθελητής
—
γίγλα
—
πορδοκλάνω
—
στυτικός
—
υαλοπωλείο
—
όργανο
—
δημοπρόβλητος
—
χοντρόκωλα
—
εξαπλάσιος
—
οφικιάλιος
—
δομένος
—
ανάρπαστος
—
ανεπρόκοφτος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве