|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ρίγημα? — — υποτριπλάσιος — κωλάντερο — νομιμόφρων — μυσταγωγικός — σείσιμο — μικροβιοβριθής — προσβλημένος — αρχαιολατρία — ντροπαλός — σεισμογραφικός — λυκοπάνθηρος — ταυροειδής — δέσιμο — χαμαίζηλος — ερωτοπληξία — ταχυσφυγμία — μπερδεψοδούλης — σπινθήρισμα — δίκτυον — ζαχαροκάλαμο — αλυτάρωτος |
|||