|
уст. красного цвета #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово красного цвета? — μιλτόχρους как с (ново)греческого переводится слово μιλτόχρους? — красного цвета — δακτυλολογία — λινοσέντονο — ανάπαλος — ξέκαμα — νυχτερεύω — χειροσφαίριση — γλυκοχαϊδεύω — αμάν! — μασκαράς — λεχρίτισσα — τερπνότητα — μεσοσκέλιο — καθεστωτικός — ευμέθοδον — αβλεψία — ακταιωρία — παρακουράζομαι — Πέρσης — αθεμελίωτος — συμποσούμαι — σκληρόφυλλος |
|||