Новогреческий словарь
ζωοχημικός
ζωοχημικός
1.
зоохимический
;
2. (ό, η)
зоохимик
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
зоохимический
? —
ζωοχημικός
как на
(ново)греческом
будет слово
зоохимик
? —
ζωοχημικός
как с
(ново)греческого
переводится слово
ζωοχημικός
? — зоохимический, зоохимик
#
(ново)греческий словарь
—
αποπληρωμή
—
πειραχτικός
—
λιμενίζω
—
κογκλάβιο
—
χάρτα
—
ανακαΐλα
—
κρυπτογενεσικός
—
ανευχαριστιά
—
ξεπατώνω
—
πεντάγραμμος
—
επιεικής
—
εξάγραμμα
—
ετερόχρωμος
—
άδουλος
—
ανορωτώ
—
φρούραρχος
—
επώνυμο
—
μείγμα
—
στέγη
—
μπεκιαριλίκι
—
κεφαλομάντηλο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω