|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ανασταλτικά? — — υδρόπτερο — δοντιά — αντίζυγος — κορομηλιά — δοκιμιογράφος — Νοέμβρης — χάν — γελοιογράφω — ηλιοτυπία — μισητός — παλαντζάρω — τετραήμερος — ψυχολογημένος — νατουραλίστρια — ψευδεπιστήμονας — σεβασμιώτατος — φρόνιμα — ξαρμυραίνω — ονείρεμα — ανίζηση — κολόνα |
|||