Новогреческий словарь
αρχιδικαστής
αρχιδικαστ|ής
ο
старший судья
(в Англии, США)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
старший судья
? —
αρχιδικαστής
как с
(ново)греческого
переводится слово
αρχιδικαστής
? — старший судья
#
(ново)греческий словарь
—
κλειδούχος
—
μουσοτραφής
—
γέρας
—
βασιλιάς
—
κόλαφος
—
ανορωτιέμαι
—
γεωλόγος
—
γενεσιακός
—
τουρκόφιλος
—
πίβουλος
—
ζιμπούλι
—
κυπαρισσώνας
—
αιώρημα
—
θρούβαλο
—
αμυγδάλινος
—
βακχίδα
—
φοβέρισμα
—
ιππικό
—
ανιστορώ
—
αχθοφορικός
—
σερενάδα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,