|
το книжечка; брошюра #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово книжечка? — βιβλιαράκι как на (ново)греческом будет слово брошюра? — βιβλιαράκι как с (ново)греческого переводится слово βιβλιαράκι? — книжечка, брошюра — φελάφελ — φαρμακόγλωσσος — ξεκούτιασμα — μελομανής — φωκόλ — προστυχιά — εγκωμιογράφος — δυναμομηχανή — αχτιδοστέφανο — ελατότητα — υποθετικός — καβαλητός — επιβοήθηση — επικοινωνιακά — μικρομάγαζο — μελισσώνα — ψυχοκρατία — ιδίως — μετριαστικός — διαβατάρης — σφουγγαρόπαννο |
|||