Новогреческий словарь
ηδυνήθην
ηδυνήθην
αόρ. от δύναμαι
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
ηδυνήθην
? —
#
(ново)греческий словарь
—
κελαδώ
—
νεωτερικός
—
χρυσίζω
—
επίκεντρος
—
φώλιασμα
—
δυσμετάθετος
—
σπονδυλίτιδα
—
δρακοντιά
—
δός
—
ψιχίον
—
αναστύλωση
—
εμπρόθετα
—
μαργαρίτης
—
εκπορθώ
—
δίκαιος
—
ψαροντούφεκο
—
κερδεύω
—
αργοζυγιάζω
—
κριτής
—
διαπυνθάνομαι
—
αμφιθαλής
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве