|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово βενθοπελαγικός? — — μητρόθεν — μονιμοποιούμαι — κυβίστημα — περικείμενος — αχαρτοσήμαντος — αρχοντόπουλος — άξεστα — λοξίας — μέτοχος — αρκουδιστά — αγγαρεία — καυλωμένος — αναθεματισμός — άπλαστος — απαρακολούθητος — φαρμακαποθήκη — εξαφνος — αυτοκατηγορούμαι — λοξότητα — ζώνομαι — γλυκοφεγγοβολώ |
|||