|
η непосещение церкви #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово непосещение церкви? — αλειτουργησία как с (ново)греческого переводится слово αλειτουργησία? — непосещение церкви — δεκαοκτάκις — προστυχολογιά — στραβοπατώ — αμυγδαλομάτης — λασκάδα — απόφραξη — αμακινάριστος — αντίβολο — καλόγεννη — γάμμα — οπλουργία — μοριόγραμμον — κατασκεπαστός — ξεμοντάρισμα — καλότυχος — κακόσαρκος — ανισοκατανομή — τοσοδούλης — ακατάληπτος — επιχειρηματικότητα — φραγμός |
|||