|
отделять мясо от костей #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово отделять мясо от костей? — αποσαρκώνω как с (ново)греческого переводится слово αποσαρκώνω? — отделять мясо от костей — ασυγκέντρωτος — βοτανολογικός — ομόχρωμος — αποκωδικοποίηση — μαντρισμένος — αφρεσκάριστος — μπατιρίζω — άναυλος — απογεματινά — βαρύτιμος — καρδιοπάθεια — εισδοχή — πανώλης — πλημμυρίζω — ερωτικότητα — σύχλωρος — βρωμερότητα — απόειδα — θερμοπηγή — ταρτορούγα — γεηρός |
|||