Новогреческий словарь
επίρρευμα
επίρρευμα
το физ.
ток от самоиндукции
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
ток от самоиндукции
? —
επίρρευμα
как с
(ново)греческого
переводится слово
επίρρευμα
? — ток от самоиндукции
#
(ново)греческий словарь
—
φασόλα
—
πλόϊμος
—
ανεικονικός
—
ελαφοειδή
—
βιολί
—
μολυντήρι
—
περιπτεριούχος
—
εκπλέω
—
υδροχαρής
—
βόρειος
—
κοντόμερος
—
κεραυνός
—
μικροφάγα
—
ατμοπλοϊκός
—
καρατόμηση
—
αρτηριοσκλήρυνση
—
φεουδαρχικός
—
παρωνύμιο
—
πατριδολατρία
—
Ζουμπουλία
—
πολλαπλασιαστέος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве