|
(-ακος) ο комок, глыба земли #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово комок? — βώλαξ как на (ново)греческом будет слово глыба земли? — βώλαξ как с (ново)греческого переводится слово βώλαξ? — комок, глыба земли — φουσκαλιάζω — αμμοθεραπεία — ανεμπόδιστος — διόλου — άνθηση — δυσπεψία — δεκαμελής — ανδραγαθία — αλίπαστος — βυνοσάκχαρο — πνίξιμο — εμπυούμαι — ξεμπαλλάρω — αδυνατίζω — ισοζυγιστής — ιμπεριαλιστής — λούσσο — ανέβγαλτος — τυρόπηγμα — κατακερματίζω — πλατύστερνος |
|||