|
проклятый народом #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово проклятый народом? — λαοκατάρατος как с (ново)греческого переводится слово λαοκατάρατος? — проклятый народом — ανερεύνηση — διονυχίζω — μύρτος — ευκατάποτος — αντάμωση — σεληνογράφος — μαρτολούλουδο — ηωάνθρωπος — αντιτυφικός — πισσοτήρ — ιχθογόνος — βραδυσφύξία — ξυσμάρα — συζυγικός — κορνιζού — δίπλαξ — κρυφοκουβεντιάζω — ψωμολυσσώ — βυθίζω — χωνεύομαι — κηπάκι |
|||