|
разнообразный, всевозможный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово разнообразный? — παντοειδής как на (ново)греческом будет слово всевозможный? — παντοειδής как с (ново)греческого переводится слово παντοειδής? — разнообразный, всевозможный — ακαψάλιστος — φωτοτσιγκογραφία — αγγλίζω — ενοχοποιητικός — καννιβαλικός — αργαλειός — ξιφουλκώ — τσιμεντοκονία — ύβωση — φελλός — κοψαχείλης — ζωοτεχνία — επείγει — διευθύνω — ρίπημα — υγειονομείο — ασπροντύνομαι — νεροκάνατο — ζεστό — τουρλώνω — ανάγω |
|||