|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово κοντραμπάσο? — — βοϊδόγλωσσα — μεγάλωμα — οχτρεύομαι — δασονομείο — αυτόκλειστο — υποβρυχιακός — στιβάρι — ταχυπορία — υπεκμισθωτής — ακοστολόγητος — λατρόνι — χούχουλας — καταγομνώνω — ελευθέρωση — εγκολάπτω — τοξικομανής — ενδοκάρδιο — ξεπροβάλλω — κρόκινος — υποστάθμη — βλεννογόνος |
|||