|
восемьсот #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово восемьсот? — οχτακόσιοι как с (ново)греческого переводится слово οχτακόσιοι? — восемьсот — τραυματιοφορεύς — επίτηδες — πούντα — Α — ανεμοτροχός — εντεραλγία — οκταετία — βαθύσκιωτος — ξετιμιώνω — λαιμός — στοργικά — ηλιοτυπία — οξύτητα — ελαιοποιία — αμυαλοσύνη — χαρακτηριστικός — συνακτήρας — ωόλιθος — κατσικοπόδης — ακόρδιστος — ιχνηλάτηση |
|||