|
ο дровокол #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово дровокол? — μπαλτατζής как с (ново)греческого переводится слово μπαλτατζής? — дровокол — ετερομορφισμός — ξυπασμένος — πολιτεύομαι — γιγαντώνομαι — ρετζέλι — ανεπίβατος — εργοτάξιο — γυναικούλης — ανακτοβούλιο — προτίθεμαι — αγκάθα — σωματομετρία — εσάς — μελινίτις — υπερασπιστός — ελλόγος — αλευροποιείον — άσογος — άντερο — νηκτικός — αντιμοναχικός |
|||