αναβοσβήνω

формы словаβ
αναβοσβήνω



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово αναβοσβήνω? —


οπλοστάσιοκονίστραπεριμάζωμαευκαρπίαμεταξοκλωστήυστεραίοςάβλαβοςαγωγιάτικαπαίζωρετροσπεκτίβασταθμογράφοςδακρυρροώδιαπνέομαιογκανισμόςφιλότεκνοςνοεμβριανόςδιπλανόςμεταλλισμόςτραυματισμόςγιδοβοσκήμυστικοπάθεια




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit