|
альтруистический #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово альтруистический? — φίλαλλος как с (ново)греческого переводится слово φίλαλλος? — альтруистический — χρυσοπωλείο — κρατούμενο — γλυκόμματος — πλίθρα — άσφαλτος — παρέα — προσωποληπτώ — ασύννεφος — άχρι — ανθρακέας — ταΐστρα — αντιζυγία — σκιρρωνοβορρας — πονετικός — στειροποίηση — κατεβατός — χαρουπιά — συγκεντρωτικά — τεμπέλαρος — ζητιανεύω — συμμιγνύω |
|||