|
η шоссе #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово шоссе? — δημοσιά как с (ново)греческого переводится слово δημοσιά? — шоссе — συρτός — καμινάρης — λύκαινα — αερόκενος — ερμίνα — ιατρικό — γαλατιάζω — βροχοπιάνω — βρώμιος — αναπνευστήρας — εριφος — σβωλαράκι — κράσος — αγαλάχτιστος — Σκανδιναυή — αφρόπλαστος — βύσσινο — ανθοκάνιστρο — φορητός — σάλτος — γαλαντόμος |
|||