|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ψηφιοποιούμαι? — — αγκυλωματιά — ποιμαντικός — μολυβδουργείο — κοκκώνα — σπαθασκία — ά — σαπρία — αμυγδαλάτος — κατάφωτος — πρόναος — αυταρχία — ανεξικακία — ακόντισμα — παρασχίς — ασημοκάπνισμα — αναγνωριστικός — καλλωπιστική — υποθερμικός — ξυραφιά — ρητινόλασπη — καβαλλάω |
|||