|
η халат (домашний) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово халат? — ρόμπα как с (ново)греческого переводится слово ρόμπα? — халат — πολυγαμία — κονίαση — αποκαρδιωμένος — εκμεταλλευόμενος — νεανίσκος — τρίσβαθος — δεντροκομία — διακένωση — κτηματογραφώ — κατάπνιξη — εγκοίλιος — αποκαταντιά — αντάμισσα — νειάτο — αποθρασύνομαι — καρδιοπνευμονικός — πλυστικά — μάρμαρα — κοιτωνίσκος — μπιστολιά — Βρεττανός |
|||