|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово φιογκάκι? — — πηλώδης — ιρανικός — γλωσσοφαγιά — μέρισμα — αδικοχαμένος — διαφοροτρόπως — προσδιορίζω — σπιθαμιαιος — Κορέα — γαζέπι — στοίβασμα — ντοκουμεντάρω — ξεμπερδεμός — δακρύω — υπόμαυρος — μακροβένθος — λυμεών — χρωματοθήκη — αποίκιλτος — αφιλοπονία — σιτώ |
|||