|
το тряпка для вытирания пыли #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово тряпка для вытирания пыли? — ξεσκονόπανο как с (ново)греческого переводится слово ξεσκονόπανο? — тряпка для вытирания пыли — ροχάλισμα — απίσχναση — λιοτρίβης — εφηβικός — φουκαράκος — κουβαριαστός — μαντίλα — ολοκαινούργιος — πέταυρο — αποδεικτικό — αξεσκάλιστος — λυκόσκυλο — ασλάνι — ευκαρυωτικό — αδιάτμητος — καλούπι — ζωντανότητα — γαλέρα — μονόχρους — ανεδαφικό — νοστιμούλικος |
|||