|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово γκριζάρω? — — φανταρία — κήπευσις — αποκοίμιμα — μυστήριος — ναυλομεσιτεία — δισχιδής — ποικιλμένος — μεσήλικας — νευρογλοία — μαμωνάς — στρούγκος — ερήμην — επαρχιώτικος — κατάτμησις — παθογνωμονικός — νέγρος — θανατοποινίτισσα — μειονέκτημα — ενδοκρινολόγος — ελκύω — Ουγγαρέζα |
|||