|
козий; ~ο γάλα — козье молоко #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово козий? — γίδινος как с (ново)греческого переводится слово γίδινος? — козий — απιλογιάζω — πρωτοχρονιάτικα — όλος — πιστοποιώ — κλωστοϋφαντουργία — πόσος — ειδικός — επόχλευσις — εμφύτευμα — ημικατεργασμένος — παραμόνιμος — διεκτραγώδηση — κλέβω — συναισθητικός — χώλ — αχιλιά — ραδικί — Γιεκατερίνμπουργκ — φαλλί — παρέκει — βύζαρος |
|||