|
(-εως) η причисление, отнесение к числу кого-л. #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово причисление? — συγκαταρίθμηση как на (ново)греческом будет слово отнесение к числу? — συγκαταρίθμηση как с (ново)греческого переводится слово συγκαταρίθμηση? — причисление, отнесение к числу — ετερόγονος — μπερδεψοδούλης — ευκολομίλητος — βενζόλη — ξεφτιλίζω — γριππιώ — μοναστηράκι — αύριο — ζήτουλας — κεφαλαίο — εγκεφαλογράφημα — λαϊκιστής — τελωνοφυλακή — ισχνεύω — αεικίνητο — αντρόχτι — καρροποιείο — αχή — κρυσταλλωρυχείο — εμπεριεχόμενον — ανισοπέδωτος |
|||