|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αγροφιλία? — — καθαρογράφω — διευθυντήρια γραμμή — παπάκι — προσβλητικότητα — υπόθεση — τεχνουργικός — ενθουσιασμένος — μαλάς — γκρανκάσσα — εκχλόωση — δέων — απονέκρωση — ταχύπτερος — ψυχοτρώγω — υποβρύχιο — νεκροτομή — κερασύς — φιλντισένιος — ανακαίνιση — ανακαλητό — εμβέλεια |
|||